Η διαταραχή γενικευμένου άγχους (ΓΑΔ) είναι μια ψυχική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από υπερβολικό, επίμονο και διάχυτο άγχος και ανησυχία για διάφορες καθημερινές καταστάσεις, οι οποίες συχνά δεν δικαιολογούν τέτοιο επίπεδο ανησυχίας. Το άγχος αυτό είναι δύσκολο να ελεγχθεί και συχνά επηρεάζει τη λειτουργικότητα του ατόμου, καθώς διαρκεί τουλάχιστον έξι μήνες.
Χαρακτηριστικά της ΓΑΔ
Τα άτομα με ΓΑΔ ανησυχούν για καθημερινά θέματα όπως η δουλειά, τα οικονομικά, η υγεία ή οι οικογενειακές σχέσεις. Αυτές οι ανησυχίες είναι δυσανάλογες προς την πραγματική πιθανότητα ή σοβαρότητα του συμβάντος που τα άτομα φοβούνται. Το άγχος αυτό μπορεί να συνοδεύεται από σωματικά συμπτώματα, όπως:
– Μυϊκή ένταση
– Κόπωση
– Δυσκολία συγκέντρωσης
– Ευερεθιστότητα
– Δυσκολία στον ύπνο
– Ταχυκαρδία ή αίσθημα παλμών
Αιτίες και παράγοντες κινδύνου
Η ΓΑΔ είναι αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης βιολογικών, ψυχολογικών και περιβαλλοντικών παραγόντων. Η κληρονομικότητα παίζει ρόλο, καθώς άτομα με οικογενειακό ιστορικό αγχωδών διαταραχών έχουν αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης ΓΑΔ. Η δυσλειτουργία των νευροδιαβιβαστών, όπως η σεροτονίνη και η νορεπινεφρίνη, μπορεί επίσης να συμβάλλει στην ανάπτυξή της.
Παράλληλα, οι ψυχολογικοί παράγοντες, όπως η τάση για υπερβολική αυτοκριτική, ο φόβος της αποτυχίας και η αίσθηση της αβεβαιότητας, επιδεινώνουν τα συμπτώματα. Το περιβάλλον στο οποίο ζει κάποιος (π.χ. συνεχές στρες ή τραυματικές εμπειρίες) μπορεί να ενεργοποιήσει ή να επιδεινώσει τη διαταραχή.
Αντιμετώπιση
Η ΓΑΔ αντιμετωπίζεται συνήθως μέσω ψυχοθεραπείας και φαρμακευτικής αγωγής. Η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία (CBT) είναι η πιο διαδεδομένη μορφή ψυχοθεραπείας και στοχεύει στην αλλαγή των δυσλειτουργικών μοτίβων σκέψης και συμπεριφοράς που συντηρούν το άγχος. Επίσης, χρησιμοποιούνται φάρμακα όπως αντικαταθλιπτικά και αγχολυτικά για τη διαχείριση των συμπτωμάτων.
Η ΓΑΔ μπορεί να είναι χρόνια, αλλά με κατάλληλη θεραπεία, τα περισσότερα άτομα βελτιώνουν σημαντικά την ποιότητα της ζωής τους, καταφέρνοντας να διαχειρίζονται το άγχος πιο αποτελεσματικά.